Στη γέφυρα του Μόσταρ, περπατώντας ως φύλακας της μνήμης

Καλησπέρα!

Ζούμε σε μια εποχή όπου πλέον δεν υπάρχει αμφισβήτηση ότι η κλιματική αλλαγή είναι γεγονός. Οι άνευ προηγουμένου υψηλές θερμοκρασίες σε αρκετές χώρες της Ευρώπης πριν λίγους μήνες δεν ήταν παρά μια ακόμα επιβεβαίωση στις παρατηρήσεις των επιστημόνων: Η ισορροπία των θερμοκρασιών διαταράσσεται, μετατοπίζοντας τη φυσική εναλλαγή των εποχών. «Δεν έχουμε άνοιξη και φθινόπωρο», όπως δηλαδή συνηθίζουμε να λέμε ή τουλάχιστον δυσκολευόμαστε να διακρίνουμε τις εν λόγω εποχές. Πάρα ταύτα, το άνοιγμα του σχολείου στη γειτονιά, οι δροσερές πρωινές λιακάδες, τα κίτρινα φύλλα στο απέναντι πάρκο και η πρόσκληση του ξάδερφου στο βράσιμο του τσίπουρου στο «καζάνι» συνηγορούν στο συμπέρασμα ότι βρισκόμαστε στο φθινόπωρο. Μια παρεξηγημένη εποχή που σε αναγκάζει να κατεβάσεις τα χειμερινά ρούχα από εκεί που τα ανέβασες μια ζεστή μέρα του Μαΐου.

Και ενώ λοιπόν ξεκίνησα να γράφω για το ανοιξιάτικο ταξίδι μου στο Ισραήλ, η επικαιρότητα επισκίασε την υποδοχή του φθινοπώρου αλλάζοντας τα σχέδια. Η τουρκική εισβολή στη βορειοανατολική Συρία και το δράμα των Κούρδων έφεραν νωρίτερα τον χειμώνα. Ο πόλεμος που διεξάγεται στην περιοχή ανέσυρε γρηγορότερα τις προ δύο μηνών ταξιδιωτικές μου εμπειρίες από μία συναρπαστική πόλη. Εκεί όπου περπατάς στο πλακόστρωτο δίπλα σε τουρίστες κάθε εθνικότητας, χαζεύεις σπίτια, μαγαζάκια, κήπους, καφενέδες, σουβενίρ, μουσικούς του δρόμου και ζαλίζεσαι από τις μυρωδιές των κεμπάπ. Κι όταν στο δρόμο σου αντικρίζεις ερειπωμένα κτίρια γεμάτα θραύσματα βομβών και ριπών πολυβόλων, συνειδητοποιείς ότι στο σημείο εκείνο γράφτηκαν κάποιες από τις τραγικότερες σελίδες της ευρωπαϊκής ιστορίας.

SAM_6848.jpg

Καλώς ήρθατε στο Μόσταρ! Την πέμπτη μεγαλύτερη πόλη της Βοσνίας. Εκεί όπου το παρελθόν και το παρόν εξακολουθούν να πολεμούν για τα κυριαρχικά τους δικαιώματα πλάι σε ένα μέλλον που αναζητείται.

◊ Τόπος

Περιτριγυρισμένo από καταπράσινα ψηλά βουνά, το Μόσταρ βρίσκεται στο νότο της Βόσνιας και εκτείνεται κατά μήκος της κοιλάδας του ποταμού Νερέτβα. Παρότι τα αρχαιολογικά ευρήματα δείχνουν ότι είχε κατοικηθεί από τους προϊστορικούς χρόνους, αναφέρεται για πρώτη φορά τον 15ο αιώνα μετά την οθωμανική κατάκτηση των Βαλκανίων. Έκτοτε, η κοντινή πρόσβαση στην Αδριατική και το μεσογειακό κλίμα που ευνοούσε τη γεωργική παραγωγή, ανέδειξαν το Μόσταρ σε ακμάζον εμπορικό σταυροδρόμι που διευκόλυνε τα ταξίδια και την κίνηση των στρατιωτικών δυνάμεων.

Σημείο αναφοράς για την πόλη αποτελεί η πέτρινη γέφυρα Stari Most η οποία κατασκευάστηκε το 1566 από τον αρχιτέκτονα Μιμάρ Χαϊρουντίν μετά από εντολή του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπή. Σύμβολο ισχύος του σουλτάνου, η γέφυρα, μήκους 30 μέτρων, και οι πύργοι που βρίσκονται στις άκρες της, έδωσαν το όνομα της στο Μόσταρ, το οποίο σημαίνει «ο φύλακας της γέφυρας».

SAM_7201

Εκτός όμως από το το φυσικό και αρχιτεκτονικό περιβάλλον, σημαντικότερο ρόλο στη διαμόρφωση του τόπου έχει παίξει η εξόχως «βαλκανική» ιστορία της χώρας. Μετά την κυριαρχία των Οθωμανών επί των αρχικών σλαβικών και ιλλυρικών φύλων από το 15ο-16ο αιώνα, ακολούθησε η προσάρτηση της περιοχής στην Αυστροουγγαρία κατά το 19ο αιώνα. Οι κάτοικοι των ορεινών αυτών όγκων δέχτηκαν έτσι την αλληλεπίδραση διαφορετικών θρησκειών και δογμάτων και την επιβολή των γειτονικών κρατών με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν τρεις ομάδες με διαφορετική ταυτότητα:

– οι Βόσνιοι μουσουλμάνοι (σήμερα αποτελούν το μισό περίπου των 3,3 εκατομμυρίων κατοίκων της χώρας)
– οι Κροατοβόσνιοι που είναι χριστιανοί καθολικού δόγματος (το 15% του σημερινού πληθυσμού)
– οι ορθόδοξοι Σερβοβόσνιοι (περίπου ένας στους τρεις Βόσνιους σήμερα)

Αυτή η τριχοτόμηση δεν ήταν πρόβλημα όσο η Βοσνία-Ερζεγοβίνη αποτελούσε τμήμα αρχικά του ανεξάρτητου βασιλείου των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων και στη συνέχεια της ενιαίας κομουνιστικής Γιουγκοσλαβίας. Το Μόσταρ διεκδικούσε μάλιστα τον τίτλο του συμβόλου του πολυπολιτισμού, αφού είχε μεγάλο ποσοστό μεικτών γάμων, από τη στιγμή μάλιστα που η θρησκευτική έκφραση ήταν και εξακολουθεί να είναι μέχρι σήμερα σχετικά χαλαρή στην κοσμικού χαρακτήρα βοσνιακή κοινωνία.

Με τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας η συνύπαρξη διακόπηκε με τον πλέον αιματηρό τρόπο. Οι εθνοτικές διενέξεις ξεκίνησαν αρχικά μεταξύ τών δύο πρώτων εθνοτικών ομάδων από τη μία πλευρά και των Σερβοβόσνιων από την άλλη, αλλά αργότερα ο συσχετισμός δυνάμεων μετατράπηκε σε «όλοι εναντίον όλων». Η χώρα οδηγήθηκε για τριάμισι χρόνια (1992 – 1995) σε μία από τις πιο άγριες και με βαθιές πολιτικές και θρησκευτικές προεκτάσεις πολεμικές συγκρούσεις που γνώρισε η μεταπολεμική Ευρώπη.

SAM_7323.jpg

Ήταν τότε, το Νοέμβρη του 1993, που η γέφυρα του Μόσταρ καταστράφηκε από πολεμικά πυρά, φανερώνοντας πως ο άνθρωπος δε σεβάστηκε ό,τι είχε σεβαστεί για πάνω από τέσσερις αιώνες ο χρόνος. Η κατάληξη του πολέμου, με την ανάμειξη και της Δύσης, είχε ως συνέπεια τη σύσταση ενός μη βιώσιμου κράτους το οποίο διχοτομήθηκε εσωτερικά στον Κροατο-Μουσουλμανικό τομέα, υπό την ονομασία της Ομοσπονδία της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης, και στον τομέα της Σερβικής Δημοκρατίας. Οι διαιρέσεις μεταξύ των κοινοτήτων είναι παραπάνω από διακριτές από τη λήξη του πολέμου και μέχρι σήμερα. Η σημερινή πάντως πληθυσμιακή σύνθεση του Μόσταρ είναι 49 % Κροατοβόσνιοι, 45% Μουσουλμάνοι, και μόλις 4% Σερβοβόσνιοι ενώ 2% δηλώνουν άλλη εθνικότητα.

Ξεκινώντας λοιπόν τη βόλτα, ο ταξιδιώτης δεν έχει παρά να επιβεβαιώσει την κληρονομιά της ιστορίας. Με την είσοδο στην παλιά πόλη είναι αδύνατο να μην ακολουθήσεις το πολύβουο ρεύμα των τουριστών που οδηγεί στη Γέφυρα που με τη συμβολή της UNESCO ξανακτίστηκε το 2004 και ανήκει στα Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς. Αξίζει να σταθείς και να θαυμάσεις τη θέα του ποταμού και των γύρω βουνών όπως και το θέαμα των νέων που πηδούν στα νερά του. Μια παράδοση που λέγεται πως περνά από γενιά σε γενιά. Οι θαρραλέοι που το επιχειρούν, το κάνουν ακόμη και από τους δύο πύργους που χτίστηκαν σε κάθε πλευρά της γέφυρας, τον Πύργο Χαλεμπίγια και τον Πύργο Τάρα που στεγάζει σήμερα το Μουσείο της Παλαιάς Γέφυρας. Η Γέφυρα έχει και το αδερφάκι της, τη μικρότερη Κρίβα Κουρπίγια η οποία χτιστήκε νωρίτερα από τη μεγάλη και διασχίζει τον ποταμό Ραντομπόλγε που ενώνεται με τον Νερέτβα λίγα μέτρα πιο κάτω.

SAM_7222.jpg

Οι γέφυρες όμως δεν είναι οι μόνες που θα σου μαγνητίσουν το βλέμμα. Η περιοχή που οικοδομήθηκε γύρω της είναι ένα όμορφο κράμα από οθωμανικά αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά (τα ανατολίτικα σπίτια με τους ψηλούς τοίχους και τα ξυλόγλυπτα ταβάνια) αλλά και αρκετά στοιχεία της μεσογειακής και δυτικής Ευρώπης. Φτάνοντας στην ανατολική όχθη του Νερέτβα, βρίσκεσαι στην παλιά αγορά Κουγιουντζιλούκ. Χρονολογείται από τον 16ο αιώνα και σήμερα στεγάζει παραδοσιακά εστιατόρια, καφενεία, γκαλερί και τουριστικά καταστήματα με κάθε λογής εμπορεύματα, ανάμεσα τους ενθύμια πολέμου και τούρκικα χαλιά.

SAM_7296
Η θρησκευτική ετερότητα είναι επίσης αποτυπωμένη στο τοπίο. Η μουσουλμανική θρησκεία μαρτυρείται από τον Πύργο του Ρολογιού που λέγεται ότι κατασκευάστηκε από τη Φατίμα Σαρίκ, γυναίκα του Ιμπραήμ, και από  τα πολλά τεμένη, τα περισσότερα από τα οποία είναι χτισμένα κατά την Οθωμανική περίοδο. Ξεχωρίζουν: το Τζαμί του Πασά ή αλλιώς το Κιόσκι του Μεχμέτ, χτισμένο το 1617, που χαρακτηρίζεται από τον μοναδικό μεγάλο τρούλο και τον επισκέψιμο μιναρέ με τα σπειροειδή σκαλοπάτια και το Τζαμί Καραντιόζ Μπεκ στις παρυφές της παλιάς πόλης, που χτίστηκε το 1557. Στο προαύλιό του δεσπόζει το σιντριβάνι με καθαρό νερό, ενώ περιβάλλεται από σκιερά δέντρα που το μετατρέπουν σε ησυχαστήριο.

SAM_7255.jpg

Η παρουσία της χριστιανικής θρησκείας αποτυπώνεται στον καθολικό Καθεδρικό Ναό της Αγίας Μαρίνας, μοντέρνας κατασκευής που αποτελεί την έδρα της Επισκοπής του Μόσταρ, και κυρίως στη Φραγκισκανική Εκκλησία των Αγίων Πέτρου και Παύλου. Πρόκειται για ένα μοναστήρι που κατασκευάστηκε προς στο τέλος της οθωμανικής περιόδου, το 1866. Διαθέτει βιβλιοθήκη με πάνω από 50 χιλιάδες τόμους, χειρόγραφα σε διάφορες γλώσσες και σημαντικούς πίνακες ζωγραφικής του 16ου-17ου αι..

Η επιρροή της οθωμανικής και βυζαντινής περιόδου δίνει τη θέση της σε αυτήν της Αυστροουγγρικής όταν βγεις από την παλιά πόλη. Το μαρτυρούν τα εντυπωσιακά μέγαρα του Στάρα Γκιμνάζιγια, τα Δημόσια Λουτρά της πόλης, σχεδιασμένα από τον αρχιτέκτονα Ρούντολφ Τόνις και η οικία Μουσλιμπέγκοβιτς. Στην τελευταία, που αποτελούσε ιδιοκτησία εμπόρων και μεγαλοκτηματιών θα θαυμάσετε την ωραία διακόσμηση στις εσωτερικές αυλές, με σιντριβάνια, λουλούδια και οπωροφόρα δέντρα. Στο τέλος της περιήγησης στη νέα πόλη μεταφέρεσαι αναγκαστικά στα χρόνια του Γιουγκοσλαβικού Εμφυλίου. Δίπλα στα μεγάλα πάρκα και τα μπλοκ των πολυκατοικιών αναδύονται τα μισογκρεμισμένα, άδεια και σημαδεμένα από τις σφαίρες κτίρια, υπενθυμίζοντας έτσι τον παραλογισμό του πολέμου.

SAM_7282.jpg

Αξίζει τέλος να αναφερθούμε και στη βοσνιακή κουζίνα που μοιάζει αρκετά με την τουρκική. Ονομαστές είναι οι ποικιλίες τυριών, ενώ γνωστές γεύσεις είναι ο μουσακάς με μελιτζάνες, τα σουβλάκια, τα ψητά κρέατα και τα ψάρια. Δύσκολα επίσης θα αντισταθείς στη «ρακίγια» (αντίστοιχο του τσίπουρου) και στον καφέ στο παραδοσιακό μπρίκι, συνοδεία λουκουμιού.

◊ Άνθρωποι

Έχοντας τις ρίζες τους στα Βαλκάνια, οι Βόσνιοι σου δίνουν την εντύπωση που λίγο πολύ περιμένεις: εξυπηρετικοί, ανοιχτοί, χαμογελαστοί και φιλικοί με τον έξω κόσμο. Παρόλο που η πόλη αποτελεί έναν από τους πολυσύχναστους προορισμούς της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, οι κάτοικοί της μοιάζουν σαν να θέλουν να επικοινωνήσουν, και αν μπορούσαν θα το έκαναν, με κάθε έναν ταξιδιώτη προσωπικά. Πώς γίνεται όμως αυτοί οι τόσο ανοιχτοί προς τα έξω άνθρωποι να βιώνουν τέτοιες εθνοτικές εντάσεις στο εσωτερικό;

SAM_7334

Ο Shava, καθώς μας ξεναγεί στην πόλη και τα μνημεία του Μόσταρ, είναι ξεκάθαρος: Όλα είναι αποτέλεσμα ενός παρελθόντος που σκιάζει τη σημερινή πραγματικότητα. Ο ίδιος δηλώνει ακόμα εθνικά «Γιουγκοσλάβος» και μουσουλμάνος πολιτιστικά, εξιστορεί την προεμφυλιακή πολυπολιτισμική Βοσνία και επικρίνει τη διεθνή κοινότητα για τη σημερινή κατάσταση. Η χώρα, όπως αναφέρει, δεν έχει καταφέρει να γυρίσει σελίδα μετά τη λήξη των εχθροπραξιών. Η πολύπλοκη κρατική δομή που επιβλήθηκε από τη Δύση έχει καταστήσει τη Βοσνία ένα κράτος μόνο στα χαρτιά. Το έργο της συλλογικής Προεδρίας, όπου εκλέγονται τρία μέλη, ένα από κάθε εθνοτική ομάδα, υποσκάπτεται από το πολιτικό προσωπικό των κομμάτων που έχουν ελάχιστα δημοκρατική δομή.

Με το πρόσχημα της προστασίας των μειονοτικών δικαιωμάτων, παντού επικρατεί διαχωρισμός: στο εκπαιδευτικό σύστημα, στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, στην οικονομία. Όσον αφορά το σύστημα υγείας, το παράδειγμα που δίνει ο Shava είναι τραγελαφικό: Αν χρειαστείς επείγουσα ιατρική φροντίδα, το ασθενοφόρο δε θα σε μεταφέρει στο πλησιέστερο νοσοκομείο αλλά σε εκείνο που ανήκει στην εθνοτική σου ομάδα. Εκτός, λέει, αν πεθαίνεις. Πάλι καλά…

Σε επίπεδο κοινωνικών σχέσεων, οι βάναυσες συγκρούσεις εξακολουθούν απ’ ό,τι φαίνεται να είναι πολύ ζωντανές στη μνήμη των ανθρώπων. Η διαδικασία συμφιλίωσης και επούλωσης δεν έχει προχωρήσει και αυτός είναι και ο λόγος που οι θείοι του ξεναγού που παντρεύτηκαν με μεικτό γάμο πριν τον πόλεμο, έφυγαν αναγκαστικά για τις ΗΠΑ όπου ζουν και δεν σκέφτονται να επιστρέψουν.

SAM_7293

Ο εμφύλιος είναι συν τοις άλλοις θέμα ταμπού και δεν συζητείται, βοηθώντας έτσι να καλλιεργηθούν μύθοι και διαστρεβλώσεις. Θα πει κανείς ότι και στην περίπτωση του ελληνικού εμφυλίου ισχύει το ίδιο. Αν όμως στη χώρα μας η οικονομική ευημερία μετά το 1960 και ο εκδημοκρατισμός των θεσμών συνετέλεσαν στο να αντιμετωπιστεί το διαιρετικό παρελθόν, στη Βοσνία δεν υφίσταται ούτε αυτή η προοπτική. Η ανεργία βρίσκεται στο 33 % ενώ περίπου 640.000 κάτοικοι ζουν σε καθεστώς απόλυτης φτώχιας.

Έτσι συνοπτικά θα μπορούσε να πει κανείς ότι οι Βόσνιοι μένουν σε ένα κοινό σπίτι που τους παραχωρήθηκε με μεσολάβηση άλλων. Ο κάθε ένας είναι απομονωμένος στα δωμάτια του, αν και αναγκαστικά συνευρίσκονται σε κάποιους κοινόχρηστους χώρους και κάνουν κάποιους συμβιβασμούς προκειμένου το σπίτι να συνεχίσει να υπάρχει. Το κοινό παρελθόν τους ενώνει αλλά ταυτόχρονα τους χωρίζει. Μόλις όμως κάποιος καλεσμένος χτυπήσει την πόρτα βάζουν τα καλά τους όλοι μαζί, τον υποδέχονται με το καλύτερο χαμόγελο και τον κάνουν να αισθάνεται σαν στο σπίτι του.

◊ Εμπειρία 

Η αλήθεια είναι ότι πριν πραγματοποιήσω το ταξίδι στο Μόσταρ, οι γνώσεις μου περιορίζονταν στη μεσαιωνική γέφυρα που είχε καταστραφεί στον Εμφύλιο και ανοικοδομήθηκε και στο γεγονός πως υπήρξε η πόλη όπου γεννήθηκε και έπαιξε ποδόσφαιρο πριν έρθει στην ΑΕΚ ο γνωστός στους Έλληνες φιλάθλους Ντούσαν Μπάγεβιτς (γι’αυτό και είχε το προσωνύμιο «Πρίγκιπας του Νερέτβα»).

Ωστόσο, παρά την έλλειψη γνώσεων, η αίσθηση του να περπατάς σε μια πόλη και μια γέφυρα που χωρίζει δύο κόσμους μου ήταν οικεία. Ας όψεται το ταξίδι μου στο Κόσοβο και συγκεκριμένα στην πόλη της Μιτροβίτσας. Εκεί ο ποταμός Ίμπαρ χωρίζει το σερβικό και αλβανικό τομέα της πόλης και οι λιγοστοί ταξιδιώτες που περπατούν την πεζογέφυρα νιώθουν τη «μοναξιά του σχοινοβάτη», όπως θα τραγουδούσαν οι αδερφοί Κατσιμήχα.

SAM_7412

Στην περίπτωση όμως του Μόσταρ, τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Σε μία ηλιόλουστη μέρα του Αυγούστου, έβλεπα δεκάδες τουρίστες, αλλοί φορώντας βερμούδες και άλλοι ισλαμικές μαντίλες, να στριμώχνονται για να περπατήσουν τη νέα γέφυρα. Είχα εντυπωσιαστεί από το πολύχρωμο πλήθος που ξεχύνονταν για να εξερευνήσει τη γραφική αυτή πόλη με το βαρύ ιστορικό παρελθόν. Ένας τόπος όπου η συνύπαρξη της αυστροουγγρικής αρχιτεκτονικής με τους μιναρέδες και τους τρούλους των εκκλησιών, τα μικρά πλακόστρωτα στενά και ένα θαυμαστό φυσικό περιβάλλον με έκανε να πιστέψω ότι βρισκόμουν εκεί που η Δύση ενώνεται με την Ανατολή, κάτι σαν τη Μέση Ανατολή των Βαλκανίων.

Και ενώ μέσα στην πολυκοσμία μουσικοί του δρόμου έπαιζαν το παραδοσιακό λαϊκό τραγούδι των Ρομά στα Βαλκάνια Ederlezi, πήρα την απόφαση να πάω στη γέφυρα το πρωινό χάραμα. Όταν η ώρα έφτασε, ένιωσα ότι έβλεπα την «άλλη όψη του φεγγαριού». Έβγαλα τη φωτογραφική μου μηχανή και ξαφνικά το βλέμμα μου στράφηκε στο απόκοσμο και άδειο από ανθρώπους τοπίο, την ώρα που η νύχτα ψυχορραγούσε και οι αχτίδες του ήλιου δεν είχαν προλάβει να αγγίξουν το ανθρώπινης έμπνευσης στολίδι.

SAM_7380

Ήταν αυτή η μεταμόρφωση της εικόνας από τη μέρα στη νύχτα που μου δημιούργησε τη θυελλώδη υπενθύμιση της φρίκης του πολέμου. Ούτε τα ερειπωμένα κτίρια με τα σημάδια από τις σφαίρες, ούτε οι επιγραφές και τα μνημεία. Μόνο εκείνη η ησυχία – που λες και θα διαρκούσε αιώνια – στο μισοσκότεινο εκείνο τοπίο με έκανε να αισθανθώ τις τραγικές συνέπειες της ένοπλης σύγκρουσης. Όχι μόνο αυτής που συνέβη στη Βοσνία αλλά διαχρονικά κάθε σύγκρουσης.

«Από όσα σχεδιάζει και κατασκευάζει ο άνθρωπος στις καλύτερες στιγμές της ζωής του…», έχει γράψει ο νομπελίστας Ίβο Άντριτς, «…τίποτα δεν είναι καλύτερο, πιο πολύτιμο, από τις γέφυρες. Είναι τόσο πιο σπουδαίες από τα σπίτια, τόσο πιο ιερές από τους ναούς. Δεν έχουν πατρίδα. Ανήκουν στον καθένα, σου προσφέρονται χωρίς δισταγμό, χρήσιμες, πάντα με ένα σκοπό εκεί που συναντιόνται οι περισσότερες ανθρώπινες ανάγκες. Θα ζήσουν πιο πολύ από οποιαδήποτε άλλο κτίσμα, και ποτέ δεν θα εξυπηρετήσουν κάτι το μυστικό ή το άσχημο…». Μόνο που η ιστορία τον διέψευσε αφού στον πόλεμο ο άνθρωπος παύει να είναι άνθρωπος.

SAM_7394

Τα λεπτά πέρασαν και ο ήλιος γίνονταν πιο δυνατός. Σε λίγες ώρες η γέφυρα θα είχε πάλι την γνώριμη εικόνα αφού δεκάδες ταξιδιώτες θα την περπατούσαν, διασχίζοντας τις όχθες του ποταμού. Μπορεί γενικά να μην μου αρέσει η πολυκοσμία αλλά για ένα πράγμα εκείνη τη στιγμή ήμουν σίγουρος:

Ότι όσοι έχουν περπατήσει και θα περπατήσουν σε αυτή τη γέφυρα μεταφέρουν, ίσως χωρίς να το συνειδητοποιούν, ως φύλακες της μνήμης ένα αισιόδοξο μήνυμα ελπίδας: Τα διχαστικά τραύματα του πολέμου αλλά και της ζωής μπορούν και πρέπει να επουλώνονται.

Καλό χειμώνα!

Βασίλης (27.10.2019)

Τα φωτογραφικά κλικ

ΥΓ.1 Η γέφυρα του Μόσταρ κατέρρευσε από τα πυρά του κροατικού πυροβολικού στις 9 Νοεμβρίου 1993. Το γεγονός καταγράφηκε από ερασιτεχνικές κάμερες και μπορείτε να το δείτε στο παρακάτω βίντεο:

ΥΓ.2 Ένας από τους γνωστότερους Βόσνιους, ο Γκόραν Μπρέγκοβιτς γεννήθηκε στο Σαράγεβο από πατέρα Κροάτη και μητέρα Σέρβα. Ακόμα και σήμερα ανήκει στην κατηγορία ανθρώπων που δηλώνουν Γιουγκοσλάβοι στην εθνικότητα. Το παραδοσιακό τραγούδι των Ρομά των Βαλκανίων Ederlezi έγινε διάσημο όταν ενορχηστρόθηκε από τον ίδιο και χρησιμοποιήθηκε στην ταινία «Ο καιρός των Τσιγγάνων», του επίσης Βόσνιου Εμίρ Κουστουρίτσα.

ΥΓ.3 Το έθιμο της κατάδυσης από τη γέφυρα λέγεται πως ξεκίνησε από την περίοδο της κατασκευής και η πρώτη αναφορά κατάδυσης χρονολογείται το 1665. Επειδή τα νερά είναι πολύ κρύα και η γέφυρα βρίσκεται πολύ ψηλά πάνω από το ποτάμι, η κατάδυση απαιτεί θάρρος και πολύ καλή φυσική κατάσταση. Από το 1986 διεξάγεται κάθε καλοκαίρι και ένας σχετικός διαγωνισμός. Το παρακάτω βίντεο είναι ενδεικτικό του θεάματος:

ΥΓ.4 Ο σερβοβοσνιακής καταγωγής, πρώην παίκτης και προπονητής ποδοσφαίρου Ντούσαν Μπάγεβιτς (Dušan Bajević), γεννήθηκε στις 10 Δεκεμβρίου του 1948, στο Μόσταρ. Έπαιξε σχεδόν 400 παιχνίδια για την τοπική Βελέζ όπου σκόραρε 170 γκολ από το 1966 έως το 1977, πindexριν έλθει στην ΑΕΚ. Κατά τη διάρκεια της καριέρας του ήταν ο Κορυφαίος Σκόρερ στο Γιουγκοσλαβικό πρωτάθλημα της σεζόν 1969/70 (20 γκολ). Συμμετείχε με την Εθνική ομάδα της Γιουγκοσλαβίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1974, όπου σημείωσε τρία γκολ εναντίον του Ζαΐρ. Στη φωτογραφία διακρίνεται με τα χρώματα της Βελέζ.

ΥΓ.5  Το τραγούδι “Η μοναξία του Σχοινοβάτη” των αδερφών Κατσιμήχα που αναφέρθηκε στο κείμενο περιλαμβάνονταν στον τρίτο τους προσωπικό δίσκο με τον ομώνυμο τίτλο που κυκλοφόρησε το 1992. Χαρακτηριστική στη μνήμη πολλών έχει μείνει η φωτογραφική σύνθεση του εξωφύλλου από τον Τάσο Βρεττό.

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Twitter picture

You are commenting using your Twitter account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.