Η Ευρώπη του άπλετου φωτός και της βαριάς σκιάς – Μέρος Ι

Καλησπέρα και καλό φθινόπωρο!

Ο Τσέχος Γιόζεφ Κουντέλκα είναι ένας από τους μεγαλύτερους και εμβληματικότερους φωτογράφους στον κόσμο. Ως σύγχρονος νομάς, έχει περιπλανηθεί σχεδόν σε κάθε γωνία της Γηραιάς ηπείρου, αποτυπώνοντας με το φακό του δραματικές εικόνες, οι οποίες έχουν όμως μια ιδιαιτερότητα: είναι πάντοτε, εδώ και μισό αιώνα, ασπρόμαυρες!

Πριν από λίγους μήνες, είχα την τύχη να βρεθώ στην προβολή ενός ντοκιμαντέρ («Shooting Holy Land») στη Θεσσαλονίκη που αφορούσε τη διαδρομή του φωτογράφου στο Ισραήλ και την Παλαιστίνη. Όταν τελείωσε η προβολή, ρώτησα τον σκηνοθέτη Γκιλάντ Μπαράμ, που παρευρίσκονταν στην αίθουσα, γιατί ο Κουντέλκα επιμένει να φωτογραφίζει, ακόμη και σήμερα, ασπρόμαυρα. Η απάντησή του ήταν ότι η γοητεία του ασπρόμαυρου είχε να κάνει με τις αντιθέσεις και τις αντιφάσεις της ζωής, των πραγμάτων και των ανθρώπων. Εκείνες που πράγματι ισχύουν πάντα, από τη φύση μέχρι τον ίδιο τον άνθρωπο. Ποιος μπορεί άραγε να σκεφθεί έναν κόσμο χωρίς τα αντιθετικά σχήματα: αρσενικό/θηλυκό, φως/σκοτάδι, ζεστό/κρύο, ουρανός/γη κ.α.; Πώς θα ήταν το άσπρο δίχως το μαύρο; Πώς θα μπορούσε η μέρα να μην εναλλάσσεται με τη νύχτα; Πώς θα γίνονταν να υπήρχε ο Παπανδρέου χωρίς τον Καραμανλή; Όλα λοιπόν υπάρχουν για να βρίσκονται σε μια αντίθεση αλλά, ταυτόχρονα σε ισορροπία.

Έχοντας στο μυαλό αυτή τη γοητεία της αντίθεσης, αποφάσισα πριν από λίγο καιρό να κάνω ένα ταξίδι σε δύο χώρες, πολύ διαφορετικές μεταξύ τους. Από τη μία πλευρά, η  σοκολατομάνα Ελβετία, η κεντροευρωπαϊκή χώρα που δεν γνώρισε ποτέ πόλεμο, με το υψηλό βιοτικό επίπεδο, το ισχυρότερο τραπεζικό σύστημα, εκεί όπου τα πάντα λειτουργούν «σαν ρολόι». Και από την άλλη, όχι και πολύ μακριά από τα σύνορά της – αλλά και από τα δικά μας -, το Κόσοβο, η χώρα που ξεπήδησε από έναν σκληρό πόλεμο κατά τη διάρκεια της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας και προσπαθεί σήμερα να βρει τον βηματισμό της και να αφήσει πίσω το αιματοβαμμένο παρελθόν της.

Τα εισιτήρια κλείστηκαν τον περασμένο Απρίλιο. Η προτροπή φίλου που μένει μόνιμα στη Ζυρίχη και θα με φιλοξενούσε υπήρξε καταλυτική, ιδιαίτερα όταν έπεσε στη συζήτηση το ενδεχόμενο της μετάβασης με πλοίο από την Ηγουμενίτσα στη Βενετία και από εκεί, με ένα συναρπαστικό roadtrip, της κατάληξης του ταξιδιού στην Ελβετία. Είχα άλλωστε πολλά χρόνια να κάνω ένα πολύωρο ταξίδι ακτοπλοϊκώς, γεγονός που αύξησε τη σχετική προσμονή μου. Η ήσυχη, την ημέρα εκείνη, Αδριατική Θάλασσα δεν μας απασχόλησε και έτσι φτάσαμε άνετα στη Βενετία, όπου μετά από μια μικρή στάση για καφέ στην πλατεία του Αγίου Μάρκου, συνεχίσαμε οδικώς το ταξίδι. Περάσαμε τα σύνορα Ιταλίας-Ελβετίας, τη μεγαλύτερη οδική σήραγγα του κόσμου (Gotthard) και μετά από ένα ταξίδι πέντε ωρών φτάσαμε στη μεγαλύτερη πόλη της Ελβετίας, τη Ζυρίχη.

◊ Τόπος

Η Ζυρίχη είναι μια πόλη που σε κερδίζει με την πρώτη ματιά και το πρώτο περπάτημα στους δρόμους της. Εκτείνεται γύρω από το βόρειο άκρο της ομώνυμης λίμνης και τις όχθες του ποταμού Limnat, ενώ περιτριγυρίζεται από καταπράσινους λόφους. Αποτελεί το οικονομικό κέντρο της Ελβετίας (σε σημείο που πολλοί νομίζουν ότι είναι η πρωτεύουσα του κράτους αντί της Βέρνης), ενώ σύμφωνα με τις έρευνες κατοικείται από τους πλουσιότερους και ευτυχέστερους ίσως ανθρώπους στον κόσμο.

Οι ελβετικές πόλεις φημίζονται για το χειμερινό τους τοπίο, αλλά αν τις επισκεφθεί κανείς κατά τους καλοκαιρινούς μήνες πρέπει να αδράξει την ευκαιρία, να εκμεταλλευτεί τον καλό καιρό και να περπατήσει. Όπερ και εγένετο. Η πεζοπορία κατά μήκος του Limnat, που διαπερνά το κέντρο της πόλης και η παρατήρηση του νερού και των κατοίκων που χαλαρώνουν, συνιστά μια ιδιαίτερη εμπειρία. Συνεχίζοντας, η διαδρομή σε φέρνει στο λόφο Lindenhof, το υψηλότερο σημείο της παλιάς πόλης, η οποία σε εντυπωσιάζει με τον αναγεννησιακό της χαρακτήρα και τα πλακόστρωτα στενάκια. Η εικόνα του πάρκου με τους ντόπιους να παίζουν σκάκι και ένα, παράξενο για εμάς, παιχνίδι με μεγάλους βόλους, σε κάνει να ξεχνάς ότι βρίσκεσαι σε μία από τις πλουσιότερες πόλεις του κόσμου. Η θέα δε από εκεί, είναι πραγματικά πανέμορφη και το τοπίο παραμυθένιο.

Κατεβαίνοντας το λόφο, αντικρίζεις τον περίφημο ναό του Αγίου Πέτρου με το τεράστιο ρολόι, διαμέτρου περίπου 8,5 μέτρων και λίγο παρακάτω την εκκλησία Fraumünster, δίπλα στην ξακουστή γέφυρα Munsterbrucke. Το συγκεκριμένο σημείο είναι από τα πιο πολυφωτογραφημένα αλλά και πολυσύχναστα σημεία για πεζούς και ποδηλάτες και έχει θέα τον Καθεδρικό Ναό της Ζυρίχης (Grossmunster) και τα πανέμορφα κτίρια του Δημαρχείου και της Ομοσπονδιακής Αστυνομίας.

Και αν η εικόνα στο μισό της πόλης είναι όμορφη, η περιοχή στις όχθες της λίμνης είναι ακόμη πιο μαγευτική. Δυτικά της λίμνης μπορεί κανείς να συναντήσει το νεομπαρόκ κτίριο της Όπερας (Opernhaus), της πρώτης σε ολόκληρη την Ευρώπη που απέκτησε ηλεκτρικό φως, τη μεγάλη ομώνυμη πλατεία και τις καντίνες που προσφέρουν το μοναδικό bratwurst λουκάνικο με ψημένο ψωμί. Ανατολικά, κατά μήκος της λίμνης, το πράσινο των μεγάλων πάρκων με τους θάμνους και τα δέντρα κυριαρχεί. Εκεί, τις ζεστές ημέρες οι κάτοικοι επιδίδονται στο βορειοευρωπαϊκό σπορ της ηλιοθεραπείας. Φυσικά, η λίμνη είναι τόσο καθαρή που ο αριθμός των λουόμενων είναι μεγαλύτερος από αυτόν που λιάζεται στο γρασίδι. Μπορείς να κολυμπήσεις θεωρητικά παντού, αφού υπάρχουν έντεκα δημόσια «Μπάνια» (Badi). Δεν ξέρω πως είναι να βουτήξεις σε μια λίμνη, αλλά μου φάνηκε ότι δεν θα είναι τόσο άσχημα όσο έχουμε στο μυαλό μας. Εννοείται βέβαια ότι σαν τη Χαλκιδική δεν έχει !

_SAM1945

Για τους λάτρεις του ποδοσφαίρου, στους εκεί γύρω δρόμους βρίσκεται και το Μουσείο της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου (FIFA) που έχει την έδρα της στην πόλη και όπου μπορεί κανείς να θαυμάσει την ιστορία του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Μπροστά στη μικρή προβλήτα, στη διάθεση του ταξιδιώτη είναι σκάφη που κάνουν τον γύρο της μποτιλιαρισμένης από πλεούμενα λίμνης. Η βόλτα σε κάνει να ζηλεύεις όσους μένουν στα σπίτια που βρίσκονται ακριβώς στις όχθες της λίμνης, όπου μπορείς να βουτήξεις από το παράθυρο του σπιτιού σου, ενώ σε περίοπτη θέση είναι η θέση πάρκινγκ, όχι του αυτοκινήτου σου αλλά του …σκάφους!

Το οδοιπορικό στην πόλη είναι λειψό αν δεν περάσεις από την Bahnofstrasse, τον ακριβότερο ίσως δρόμο της πόλης, με εστιατόρια, καταστήματα, τράπεζες και εμπορικά κέντρα. Ο δρόμος που ξεκινάει από τον τερματικό σταθμό των τρένων και καταλήγει στη λίμνη έχει φυσικά πεζοδρομηθεί, όπως κάθε κεντρική οδός μιας σύγχρονης ευρωπαϊκής πόλης, και τα μόνα μέσα που κυκλοφορούν είναι τα σύγχρονα και καλαίσθητα μπλε τραμ. Πάνω από την πόλη και τη λίμνη τέλος, ξεχωρίζει το βουνό Uetliberg, που πάντως έχει την τιμητική του περισσότερο το χειμώνα. Σταματώντας στην ομώνυμη στάση και μετά από μερικά λεπτά ορεινής πεζοπορίας, απολαμβάνεις ίσως την καλύτερη θέα της Ζυρίχης, της λίμνης, μέχρι και των Άλπεων.

Σε περίπτωση που παρ’ όλα αυτά βαρεθείς την κοσμπολίτικη Ζυρίχη, το σύγχρονο δίκτυο σιδηροδρόμων σου επιτρέπει να ταξιδέψεις αυθημερόν σε κάθε μεγάλη πόλη της χώρας (Λουκέρνη, Βασιλεία, Γενεύη, Λωζάνη, Βέρνη κ.α.) Εγώ επέλεξα την πρωτεύουσα Βέρνη, μία πόλη ιδιαίτερη αφού σε αντίθεση με τις περισσότερες δεν έχει λίμνη παρά μόνο ποτάμι. Η Βέρνη έχει θα έλεγα ένα πιο μποέμ στυλ, έχοντας την αύρα ενός εκ των σημαντικότερων επιστημόνων όλων των εποχών, του Άλμπερτ Αϊνσταιν, ο οποίος έζησε στην πόλη την εποχή που θεμελίωσε τη Θεωρία της Σχετικότητας. Σήμερα, το σπίτι του λειτουργεί σαν μουσείο.

◊ Άνθρωποι

Περιπλανόμενος στην πόλη της Ζυρίχης, η παρουσία των ντόπιων είναι κάτι παραπάνω από διακριτή, παρά την “παρείσφρηση” των ξένων μόνιμων κατοίκων και των τουριστών. Σε ό,τι αφορά τους τελευταίους, η Ελβετία είναι μάλλον εναλλακτικός τουριστικός προορισμός υπό την έννοια ότι ένα μέρος μόνο του ευρωπαϊκού πληθυσμού έχει την οικονομική δυνατότητα να περάσει εκεί τις διακοπές του.

Όσο όμως έντονη είναι η παρουσία των ντόπιων στη γερμανόφωνη Ζυρίχη (η χώρα έχει τέσσερις επίσημες γλώσσες: τα γαλλικά, τα γερμανικά, τα ιταλικά και τα romansh που μιλούνται από πολύ λίγους), τόσο αθόρυβη είναι. Αν ανέβεις στο τραμ ή καθήσεις να πιεις τον καφέ σου και να φας το γλυκό σου, θα παρατηρήσεις ότι οι άνθρωποι είναι πολύ διακριτικοί και χαμηλόφωνοι, διακρίνονται ωστόσο για την ευγένεια τους, την ευπρέπεια, καθώς και για το καλό τους ντύσιμο.

Μολονότι και σαφώς χρειάζεσαι χρόνο προκειμένου να έχεις μια τριβή με την τοπική κοινωνία, η εντύπωση που είχα είναι ότι ο κόσμος δεν είναι αρνητικός απεναντί σου, χωρίς παρ’ όλα αυτά να είναι ιδιαίτερα ζεστός. Νομίζω δε, ότι έχουν ένα τρόπο ζωής επηρεασμένο σε σημαντικό βαθμό από τη νότια Γερμανία, αφού μπύρα, λουκάνικα και γενικά λιπαρά φαγητά είναι χαρακτηριστικά της τοπικής κουζίνας. Το φαγητό είναι άλλωστε μια προσφιλής συνήθεια των ντόπιων, αφού ακόμη και τις καθημερινές, εστιατόρια και καφετέριες είναι γεμάτα τις μεσημεριανές και απογευματινές ώρες. Ο Ελβετός θα περάσει ευχαρίστως το διάλειμμα της εργασίας του τρώγοντας έξω με φίλους και το απόγευμα μετά τη δουλειά θα πάει στο γυμναστήριο, θα πιει τη μπύρα του ή θα χαζέψει και θα ψωνίσει στα μαγαζιά (εγώ περιορίστηκα στο πρώτο σκέλος 🙂 )

_SAM2107

◊ Εμπειρία 

Ταξιδεύοντας στην Ελβετία η αλήθεια είναι ότι είχα να αντιμετωπίσω πολλά από τα στερεότυπα και τα κλισέ που έχουν σχηματισθεί γι’ αυτή τη χώρα. Πέρα από τα ωραία τοπία, τα ρολόγια, τις σοκολάτες και τους σουγιάδες, οι “ειδικοί” σε φιλικές συζητήσεις στην Ελλάδα αποφαίνονται ότι η συγκεκριμένη χώρα συμβολίζει την επιτομή ενός βαρετού τρόπου ακριβής ζωής. Μιας κατάστασης όπου ο κόσμος δουλεύει διαρκώς, δε ζει και παθαίνει κατάθλιψη, οι δε ξένοι που έρχονται να εργαστούν δεν γίνονται δεκτοί και δεν ενσωματώνονται στην κοινωνία. Είναι όμως έτσι;

Χωρίς να έχω σαφώς την εμπειρία της μόνιμης διαβίωσης αλλά και βοηθούμενος από τις συζητήσεις με το φίλο που ζει και εργάζεται μόνιμα εκεί, αυτό που εισέπραξα είναι ότι οι Ελβετοί είναι άνθρωποι με πολύ ανεπτυγμένη τη συνείδηση της κοινωνικής οργάνωσης, ως εργαλείου για την ατομική τους ελευθερία και ευημερία. Με γνώμονα αυτό, το εργασιακό μοντέλο σε γενικές γραμμές κάθε άλλο παρά υπαγορεύει τις ατέλειωτες ώρες δουλειάς εις βάρος της οικογένειας και της διασκέδασης. Το στοίχημα της οικονομικής πολιτικής είναι να αφήνει στους πολίτες τον ελεύθερο χρόνο να δημιουργήσουν οικογένεια, να ξοδέψουν το εισόδημά τους στην αγορά και να αθληθούν (είναι χαρακτηριστικό ότι ένας Ελβετός από τα πρώτα πράγματα που θα σε ρωτήσει είναι τι σπορ κάνεις).

Σε συνδυασμό με τον καλό καιρό σε σχέση με τη Βόρεια Ευρώπη, με τις αρκετές ημέρες ηλιοφάνειας, την άμεση δημοκρατία με τα συχνά δημοψηφίσματα και το γεγονός ότι οι Ελβετοί είναι γενικά επιφυλακτικοί, αλλά και χαλαροί άνθρωποι σε σχέση με τους ξένους, έχω την εντύπωση, χωρίς να διεκδικώ το αλάθητο, ότι το στερεότυπο μιας μίζερης ζωής που σε κάνει να νιώθεις ξένος ανάμεσα σε ξένους κάθε άλλο παρά επιβεβαιώνεται. Το μόνο που ισχύει είναι η ακριβή ζωή (πλήρωνα εισιτήριο τρένου 8 ευρώ για να μετακινούμαι προς το κέντρο της πόλης από ένα προάστιο σε απόσταση μόλις τριών σταθμών) αλλά μόνο για όσους επισκέπτονται τη χώρα. Για τον εργαζόμενο στην Ελβετία …λεφτά υπάρχουν, σε μια χώρα που η αποταμίευση διδάσκεται και εφαρμόζεται στην πράξη.

Θα μπορούσα να αναφέρω πολύ περισσότερα για μια τέτοια εναλλακτική ταξιδιωτική εμπειρία. Ακόμη και στην βραχυχρόνια παραμονή μου, δημιουργήθηκε ένα αίσθημα που μπορεί να περιγραφεί με τη φράση “έχω το κεφάλι μου ήσυχο”. Η ευκολία μετακινήσεων, η καθαριότητα των δρόμων, το αίσθημα ασφάλειας, η σιγουριά ότι κανείς δεν θα μου ορίσει πόσα χρήματα θα βγάλω από τον λογαριασμό μου, η οργάνωση της κοινωνίας, το προσδόκιμο ζωής και καλής υγείας, η ελευθερία επιλογών είναι αυταπόδεικτα χαρακτηριστικά του γιατί οι κάτοικοι της χώρας ευημερούν. Πάρα ταύτα, ασφαλώς δεν επιθυμώ να εξιδανικεύσω τα πράγματα και στο κάτω κάτω το “ευ ζειν” κάθε ανθρώπου είναι υποκειμενικό. Ούτως ή άλλως, κανείς δεν ξέρει αν αυτή η ευμάρεια θα υπάρχει για πάντα, τη στιγμή που όλο και περισσότεροι επιθυμούν να εργαστούν εκεί και διαφαίνονται κάποια στοιχεία “φούσκας” ειδικά στα ακίνητα. Όσοι έχουν δει την ταινία “To Κεφάλαιο” του … εν ζωή Έλληνα σκηνοθέτη Κώστα Γαβρά, ίσως καταλαβαίνουν περισσότερα. Για την ώρα πάντως, όλα δουλεύουν όντως σαν …ελβετικό ρολόι.

_SAM1856

Έτσι, ανεβοκατεβαίνοντας την Bahnofstrasse την τελευταία ημέρα πριν φύγω, μπαινοβγαίνοντας στο τραμ και στα μεγάλα βιβλιοπωλεία της πόλης, αισθανόμουν ικανοποιημένος και γεμάτος από το ταξίδι. Ομολογώ μάλιστα ότι είναι στον προγραμματισμό μου (σε αυτό που στο χωριό μου λένε “bucket list”) να ξαναεπισκεφθώ την Ελβετία ίσως σε διαφορετική εποχή και να περιηγηθώ, μεταξύ άλλων, στη γεωγραφική περιοχή των Δυτικών Άλπεων, στα γαλλόφωνα καντόνια, αλλά και στη Λουκέρνη, το Νταβός και αλλού. Αν και πότε θα το πράξω, μένει να αποδειχθεί.

Όμως, όπως και να έχει, την ικανοποίηση ενός προηγούμενου και ενός μελλοντικού τέτοιου ταξιδιού, διαδέχεται ο προβληματισμός. Γιατί το να γράφει κανείς ότι οι άνθρωποι ζουν ευτυχισμένοι και με λιγότερη ανασφάλεια σε μια χώρα, συνιστά μια ιδιαιτερότητα; Γιατί πρέπει να είναι αυτό ένα από τα λίγα παραδείγματα που όλοι προσπαθούν να καταλάβουν και να αντιγράψουν; Πώς και γιατί έχρισε η μοίρα ή οι άνθρωποι που την ορίζουν τους Ελβετούς να έχουν καλούς τρόπους, εξαιρετική παιδεία και ένα υψηλό επίπεδο διαβίωσης που χρειάζεται μόνο να προσπαθήσουν να το διατηρήσουν;

Με αυτές τις σκέψεις έπεσα για ύπνο την προηγούμενη μέρα του ταξιδιού μου από την Ζυρίχη στην πρωτεύουσα του Κοσόβου, την Πρίστινα. Για κακή μου τύχη, η συγκοινωνία δεν εξυπηρετούσε την πολύ πρωινή πτήση που αναχωρούσε από το Αεροδρόμιο της Ζυρίχης και έτσι η μόνη λύση ήταν το ακριβό ταξί. Όλα έγιναν με τρόπο ελβετικό: σε τιμή που είχε συμφωνηθεί από πριν, με τον οδηγό μιας Mercedes (αυτή είναι η τυπική μάρκα αυτοκινήτων ταξί στη Ζυρίχη) να μου δίνει από πριν την κάρτα του και το mail του, να είναι συνεπής στο ραντεβού του και καλοντυμένος. Η απόσταση από το αεροδρόμιο ήταν μικρή, αλλά η συζήτηση τις πρωινές εκείνες ώρες ευχάριστη, μιας και ο ευγενέστατος οδηγός μιλούσε τρεις γλώσσες, ενώ ήξερε για τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη και τον Πυθαγόρα.

Συνηδειτοποιώντας έτσι τόσο παραστατικά ότι φεύγω από την Ελβετία, το ταξί έφτασε στο αεροδρόμιο. Κατέβηκα, και αφού μεσολάβησε η πτήση για την νεότερη πρωτεύουσα της Βαλκανικής Χερσονήσου, ανέβηκα στο ταξί του συναδέλφου του, Κοσοβάρου. Η μετάβαση από το άπλετο φως στη βαριά σκιά, όπως έγραψε ο σπουδαίος Γερμανός φιλόσοφος Γκαίτε, μόλις είχε αρχίσει…

(συνεχίζεται στο Β’ μέρος)

Βασίλης (14.09.2018)

Τα φωτογραφικά κλικ

ΥΓ. Όσοι ενδιαφέρονται για τις εξής πληροφορίες παραθέτω τα παρακάτω links:

– Φωτογραφίες και προφίλ του Τσέχου φωτογράφου Γιόζεφ Κουντέλκα

www.magnumphotos.com/photographer/josef-koudelka/

– Πληροφορίες για την ταινία “Το κεφάλαιο” και το ντοκιμαντέρ “Shooting Holy Land”

https://www.imdb.com/title/tt1951166/

http://www.koudelka-film.com

3 Responses

  1. Κυριακος

    Είσαι πολύ τυχερός που έχεις αυτές τις εμπειριες, είμαστε και εμεις όμως που ταξιδεύουμε μέσα από τα κείμενα σου, μπράβο συνέχισε να μας δείχνεις τι είναι πραγματικά τουρισμος

    Like

Leave a comment

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.